carpediem

16.2.06

Την είδα εχτές...

...είχα πολύ καιρό να την δω. Περπατούσε μέσα στον κήπο με το γνωστό χιλιοτριμμένο τζιν της, μια μεγάλη τσάντα και ένα βιβλίο στο χέρι. Γυρνούσε μέσα στον ηλιόλουστο κήπο για πολύ ώρα άσκοπα. Ήλιος με δόντια. Δεν έφτανε με τίποτα μέσα της, ίσα ίσα που άγγιζε τα μαλλιά της, ή τα μάτια της. Ήθελε να εξαντληθεί, να περπατήσει τόσο όσο να μη σκέφτεται πια. Όπως παλιά, που περπατούσε με μανία, βιαστικά, λες και κυνηγούσε κάτι.

Κάθισε. Δίπλα του. Μα δεν την είδε. Όπως παλιά, όπως πάντα. Ο ήλιος έτσι κι αλλιώς είχε κιόλας χαθεί. Και είχε πάρει μαζί του κάθε τι όμορφο που ίσως είχε προλάβει να γεννήσει, κάθε ελπίδα της, κάθε μικρή πεταλούδα που προσπαθούσε να πετάξει.

Το βλέμμα της σκοτείνιασε. Σηκώθηκε βιαστικά. Άφησε στο παγκάκι το βιβλίο. Το ξέχασε. Όπως είχε ξεχάσει και τον εαυτό της.

Μην τη πυροβολείτε όμως. Μια εμμονή έχει, να βλέπει τους ανθρώπους βαθιά στα μάτια. Και να είναι εκεί.

Μακάρι να έφταιγαν οι φλούδες από το μανταρίνι… αλλά δεν ήταν αυτό.

Λιγώθηκα πια. Θέλω λίγο νερό.