carpediem

18.2.06

Αλήτισσα…

Είχα πολύ καιρό να αλητέψω με τους φίλους μου, να πάρω τους δρόμους και να κάνω ότι να ναι. Άφησα λοιπόν κατά μέρος διάβασμα για το μεταπτυχιακό, εργασίες, δουλειές του σπιτιού, πάσης φύσεως συγγενείς και στεναχώριες και εξαφανίστηκα. Και κοίτα να δεις τι έγινε!

Το βράδυ της Παρασκευής ήρθαν τα cine-buddies να με απαγάγουν για σινεμαδάκι. Εκεί που περπατούσα στο δρόμο για να πάω στο αυτοκίνητο του Σ. βλέπω κάτι περίεργα άσπραμικρά στο δρόμο, σηκώνω το βλέμμα και τι να δω; Ανθισμένη αμυγδαλιά! Ε όχι! Από πότε έγινε αυτό και εγώ μες στη σκοτούρα δεν το πήρα καθόλου χαμπάρι; Δηλαδή έρχεται η άνοιξη; Άντε ντε! Αλλά έπρεπε να το είχα καταλάβει! Δεν πήρα μαζί μου ούτε παλτό ούτε μπουφάν, μια ζακετούλα πήρα… άρα… έρχεται!

Είδαμε το Μόναχο. Θυμήθηκα την άλλη όχθη, το paradise now. Και άρχισα να ψάχνω να βρω αν είμαστε πιόνια ή αν είναι επιλογή. Αν βρούμε ποιος έκανε το αβγό μπορεί να καταλάβουμε και αν είμαστε πιόνια. Αν και, λίγο έως πολύ νομίζω πως είμαστε, αλλά δεν το λέω για να μην απογοητεύομαι και χάνω την ελπίδα μου. Καλό ήταν το έργο πάντως. Σε κάποια σημεία, ειδικά προς το τέλος, πολύ συγκινητικό. Και φεύγοντας, μετά από όλες αυτές τις σκέψεις ξαναγύρισα στο ωραίο μου ασφαλές σπιτάκι και στο ακόμη πιο ωραίο και αγαπημένο κρεβατάκι! Καλή είμαι κι εγώ!

Και μετά από κάτι τρελά και ανακατεμένα όνειρα, που έτρεχα δεν ξέρω κι εγώ που, και έψαχνα κάτι ακαθόριστο, ξύπνησα πρωί πρωί για την απόδραση της ημέρας.

Μια βδομάδα το έλεγα ότι ήθελα να βγω από τα τείχη. Την κάναμε για Χαλκίδα. Πρώτη φορά, δεν είχα ξαναπάει. Είχα η αλήθεια είναι υψηλές προσδοκίες, που δεν επαληθεύθηκαν αλλά για πρώτη φορά, να πηγαίνεις κάπου στην τύχη, με καλή παρέα... μια χαρά τα καταφέραμε. Εντοπίσαμε πολύ καλό καφέ, με κορυφαίο freddo, που μου θύμισε μπαλκόνι στη Μήλο. Λιαστήκαμε σε παγκάκι με εφημερίδες… και... πάνω εκεί που απολαμβάνεις το κάψιμο του ήλιου στην πλάτη να σου η σκέψη: αν εγώ τώρα αποφασίσω ότι θέλω να την κάνω στο εξωτερικό για να δουλέψω, ή να σπουδάσω κι άλλο, ή (ακόμη χειρότερα) να προσφέρω εθελοντική εργασία σε καμιά οργάνωση, για γονείς, συγγενείς κλπ. θα είμαι λίγο ως πολύ αποτυχημένη. Θα με λυπούνται λιγάκι, γιατί ή δεν πάω καλά, ή δεν βρίσκω άντρα να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια… γιατί τελοσπάντων γι’ αυτούς επιτυχία είναι να έχεις μια καλή δουλειά, να κάνεις ένα καλό σπίτι, να έχεις αυτοκίνητο, άντρα, παιδιά που τα σπουδάζεις κλπ κλπ. Μα γιατί αυτό να είναι μεγαλύτερη επιτυχία από το να πας να βοηθήσεις κάπου που υπάρχει ανάγκη και να προσφέρεις κάτι ουσιαστικό σε κάποιους που έχουν ανάγκη; Αυτό γιατί εμένα μου μοιάζει σπουδαιότερο; Ανώτερο; Γιατί νομίζω ότι με γεμίζει περισσότερο; Φταίει η ηλικία; Γιατί σου λέει τα λες αυτά τώρα που μπορείς, μετά, άμα μεγαλώσεις, άμα γεράσεις…θ’αρχίσουν οι μοναξιές. Τι θα τις κάνεις; Δεν ξέρω. Στ’ αλήθεια δεν ξέρω. Μα στ’αλήθεια έχω αρχίσει να αμφιβάλω στα σοβαρά πια για το γάμο και τους αντίστοιχους θεσμούς. Μεγάλη κουβέντα. Κι όλα αυτά σε ένα παγκάκι με ήλιο και εφημερίδες. Δεν ξέρεις όμως, μπορεί κάποια στιγμή να ωριμάσω κι εγώ… και να πέσω… σα σάπιο πορτοκάλι!

Μετά πεινάσαμε! Άντε να βρεις να φας τώρα, σε μια πόλη που όλοι οι τουρίστες πηγαίνουν στην πρώτη ταβέρνα της παραλίας και τρώνε ό,τι να ναι. Το θέλαμε πιο ψαγμένο όσο και να πεις. Μετά από μια τυχαία περιπλάνηση, και εκεί που ψάχναμε ένα κουτούκι που μας έστειλαν, η Σ. για κάποιο ακαθόριστο λόγο ρωτάει έναν κύριο που είδε να κοιτά μια βιτρίνα μαζί με τον έφηβο γιο του. Τελικά μετά από κουβέντα καταλήξαμε να μας πάει εκείνος κάπου καλύτερα. Εγώ αυτά από τη μία τα φοβάμαι αλλά από την άλλη ξέρω ότι (μέχρι στιγμής τουλάχιστον) βγαίνουν σε καλό. Δεν μας πρόδωσε η τύχη λοιπόν και αυτή τη φορά. Φτάσαμε σε μια απομονωμένη παραλία, απίστευτης ηρεμίας και ομορφιάς. Η ταβέρνα εκεί μας περιποιήθηκε με πραγματικά φρέσκο ψάρι και ουζάκι. Και ενώ δεν αντέχαμε άλλο πια από την ομορφιά του τοπίου και του φαγητού, αφού μουδιάσαμε λιγάκι με το ούζο και αρχίσαμε να κακαρίζουμε σαν κότες που δεν ξέρουν ακόμη ότι τους έχει χτυπήσει ο υιός των πουλερικών, μας κέρασε και μια καρυδόπιτα με παγωτό και μας αποτελείωσε! Το παγωτό πρέπει να ήταν κάτι ανάμεσα σε μπισκότο, καραμέλα και κανέλα… δεν κατάλαβα…. Και η καρυδόπιτα απλώς τέλεια!

Αχ! Βαχ!

Και αποφασίσαμε λοιπόν ότι η καλύτερη ώρα της ημέρας είναι αυτή που η μέρα φεύγει και το J.W. έρχεται…. Μπαίναμε στο αυτοκίνητο εκείνη την ώρα για να επιστρέψουμε. Εκείνη τη γλυκιά ώρα είχαμε ανάγκη να ακούσουμε πολυαγαπημένα ρεμπέτικα μπλουζ, για να γλυκάνει (κι άλλο) η ψυχή μας. Δεν μας βγήκε τελικά αλλά το ονειρευτήκαμε…

Οι αλητίες προβλέπεται να συνεχίσουν και αύριο....

Πριν φύγουμε πάντως κατάφερα να πείσω τη Σ. και τη Μ. να ποζάρουν για το blog αυτό...


Έχω ήδη αρχίσε
ι να καταλαβαίνω ότι αυτό το blog θα μπορούσε να είναι απλώς καταχωρήσεις στίχων και τραγουδιών που μπορούν να με εκφράσουν μια χαρά μέρα με τη μέρα.

Έτσι λοιπόν ρωτώ… σε ποιον να πω αυτά που θα λεγα σε σένα; Και … να μείνεις εδώ!

Θα μπορούσα να σου στείλω ραβασάκι στην Athens ή στον Δίεση, αλλά αυτό ξέρω ότι θα το δεις…

Να ξέρεις λοιπόν ότι θέλω πολύ να σε πάρω τηλέφωνο, απλά για να σε ακούσω, ότι σε σκέφτομαι πολύ…. ότι μου λείπεις…

Ελπίζω να καταλαβαίνεις γιατί δεν το κάνω.