carpediem

27.2.06

ΣΚ

Ρύζι μπασμάτι με πιπεριές, αγκαλιές και φιλιά γλυκά, σινεμά και αμηχανίες, επιστημολογία, φιλοσοφία, όνειρα, σχέδια, φιλοδοξίες, κρασί λευκό και θάνατος της σοκολάτας, άθλια τηλεόραση και διάβασμα, pc, βόλτα στο κέντρο, starbucks και εφημερίδες, πολυθρόνες, κεφέδες και μπισκότα, μπουγάτσα και ελληνικός καφές στο καφενείο της γειτονιάς, ο ιδιοκτήτης του καφενείου και ο μπαμπάς του, οι κουβέντες στο καφενείο, η έννοια της ανταγωνιστικότητας, τα τηλέφωνα των φίλων, ήλιος, κινητό κλειστό και καφεδάκι με τα ξαδέρφια, το στέκι της περιοχής που συναντάς τη μισή 3η λυκείου, αναμμένο τζάκι στο σπίτι, μπανάνες, ψώνια στο σουπερμάρκετ και ο φόβος της νόσου των πουλερικών, το παζάρι του βιβλίου, οι άστεγοι, οι ιδέες που μένουν πάντα ιδέες ιδανικές, όνειρα, όνειρα, όνειρα.... Κάθε ένα μια άλλη ιστορία, μέσα στη μικρή ζωή μας. Πόσα πράγματα χρειαζόμαστε για να είμαστε ευτυχισμένοι; Άλλες φορές πολλά, άλλες λίγα, άλλες δύσκολα και άλλες εύκολα. Με λίγα λόγια, ένα ΣΚ στην Αθήνα.

23.2.06

Αποστάσεις...

Κρατάω από το παρόν τις τελευταίες μέρες, μήνα (;). Κάπου εκεί. Δεν ξέρω πώς, δεν είμαι σίγουρη γιατί. Ή βουτάω με νοσταλγία στο παρελθόν, ή κάνω όνειρα για ένα άλλο μέλλον. Το παρόν μου το αφήνω στην άκρη, δεν το δουλεύω, το χάνω μέσα από τα χέρια μου. Μάλλον φταίνε τα πολλά (που σε κάνουν να χάνεις και τα λίγα). Πολλές εκκρεμότητες, πολλές σκέψεις όλα ανακατεμένα σε μια κατάσταση εγκεφάλου overloaded. Καμία νέα είσοδος δεν επιτρέπεται και η ουρά αναμονής είναι μεγάλη. Last In, First Out! Λες και είναι Σάββατο βράδυ στην πόρτα του Soul!
Δεν είναι πρώτη φορά που το παθαίνω. Και δεν είμαι σίγουρη αν μπορώ συνειδητά να κάνω κάτι. Προς το παρόν απλά διακόπτω τον πανικό με διαλείμματα που εξαφανίζομαι από τον κόσμο των υποχρεώσεων και των σκέψεων, και των σχεδίων. Και είναι τόσο σημαντικό αυτό το κενό. Να είναι ΚΕΝΟ! Άδειο! Να μην έχει τίποτα μέσα. Τελικά μήπως όλα αυτά που με γεμίζουν με αδειάζουν;
Θέλω να συγκεντρωθώ. Θέλω να αλλάξω ζωή.

  • Θέλω ένα σπίτι σε μια γειτονιά του κέντρου που θα αγαπήσω
  • Θέλω να μένω μόνη μου και να έρχονται ένα σωρό φίλοι μου να πίνουμε καφέδες, κρασιά και ό,τι άλλο χρειαστεί
  • Θέλω να πετιέμαι για ένα ποτό στο αγαπημένο μου στέκι και να μην χρειάζεται να ταξιδέψω
  • Θέλω να απομονώνομαι, εγώ και τα βιβλία μου και η μουσική
  • Εγώ και η ζωγραφική
  • Εγώ κι εσύ

    Η ζωή μου είναι αλλού (με περιμένει άραγε;)

18.2.06

Αλήτισσα…

Είχα πολύ καιρό να αλητέψω με τους φίλους μου, να πάρω τους δρόμους και να κάνω ότι να ναι. Άφησα λοιπόν κατά μέρος διάβασμα για το μεταπτυχιακό, εργασίες, δουλειές του σπιτιού, πάσης φύσεως συγγενείς και στεναχώριες και εξαφανίστηκα. Και κοίτα να δεις τι έγινε!

Το βράδυ της Παρασκευής ήρθαν τα cine-buddies να με απαγάγουν για σινεμαδάκι. Εκεί που περπατούσα στο δρόμο για να πάω στο αυτοκίνητο του Σ. βλέπω κάτι περίεργα άσπραμικρά στο δρόμο, σηκώνω το βλέμμα και τι να δω; Ανθισμένη αμυγδαλιά! Ε όχι! Από πότε έγινε αυτό και εγώ μες στη σκοτούρα δεν το πήρα καθόλου χαμπάρι; Δηλαδή έρχεται η άνοιξη; Άντε ντε! Αλλά έπρεπε να το είχα καταλάβει! Δεν πήρα μαζί μου ούτε παλτό ούτε μπουφάν, μια ζακετούλα πήρα… άρα… έρχεται!

Είδαμε το Μόναχο. Θυμήθηκα την άλλη όχθη, το paradise now. Και άρχισα να ψάχνω να βρω αν είμαστε πιόνια ή αν είναι επιλογή. Αν βρούμε ποιος έκανε το αβγό μπορεί να καταλάβουμε και αν είμαστε πιόνια. Αν και, λίγο έως πολύ νομίζω πως είμαστε, αλλά δεν το λέω για να μην απογοητεύομαι και χάνω την ελπίδα μου. Καλό ήταν το έργο πάντως. Σε κάποια σημεία, ειδικά προς το τέλος, πολύ συγκινητικό. Και φεύγοντας, μετά από όλες αυτές τις σκέψεις ξαναγύρισα στο ωραίο μου ασφαλές σπιτάκι και στο ακόμη πιο ωραίο και αγαπημένο κρεβατάκι! Καλή είμαι κι εγώ!

Και μετά από κάτι τρελά και ανακατεμένα όνειρα, που έτρεχα δεν ξέρω κι εγώ που, και έψαχνα κάτι ακαθόριστο, ξύπνησα πρωί πρωί για την απόδραση της ημέρας.

Μια βδομάδα το έλεγα ότι ήθελα να βγω από τα τείχη. Την κάναμε για Χαλκίδα. Πρώτη φορά, δεν είχα ξαναπάει. Είχα η αλήθεια είναι υψηλές προσδοκίες, που δεν επαληθεύθηκαν αλλά για πρώτη φορά, να πηγαίνεις κάπου στην τύχη, με καλή παρέα... μια χαρά τα καταφέραμε. Εντοπίσαμε πολύ καλό καφέ, με κορυφαίο freddo, που μου θύμισε μπαλκόνι στη Μήλο. Λιαστήκαμε σε παγκάκι με εφημερίδες… και... πάνω εκεί που απολαμβάνεις το κάψιμο του ήλιου στην πλάτη να σου η σκέψη: αν εγώ τώρα αποφασίσω ότι θέλω να την κάνω στο εξωτερικό για να δουλέψω, ή να σπουδάσω κι άλλο, ή (ακόμη χειρότερα) να προσφέρω εθελοντική εργασία σε καμιά οργάνωση, για γονείς, συγγενείς κλπ. θα είμαι λίγο ως πολύ αποτυχημένη. Θα με λυπούνται λιγάκι, γιατί ή δεν πάω καλά, ή δεν βρίσκω άντρα να παντρευτώ και να κάνω οικογένεια… γιατί τελοσπάντων γι’ αυτούς επιτυχία είναι να έχεις μια καλή δουλειά, να κάνεις ένα καλό σπίτι, να έχεις αυτοκίνητο, άντρα, παιδιά που τα σπουδάζεις κλπ κλπ. Μα γιατί αυτό να είναι μεγαλύτερη επιτυχία από το να πας να βοηθήσεις κάπου που υπάρχει ανάγκη και να προσφέρεις κάτι ουσιαστικό σε κάποιους που έχουν ανάγκη; Αυτό γιατί εμένα μου μοιάζει σπουδαιότερο; Ανώτερο; Γιατί νομίζω ότι με γεμίζει περισσότερο; Φταίει η ηλικία; Γιατί σου λέει τα λες αυτά τώρα που μπορείς, μετά, άμα μεγαλώσεις, άμα γεράσεις…θ’αρχίσουν οι μοναξιές. Τι θα τις κάνεις; Δεν ξέρω. Στ’ αλήθεια δεν ξέρω. Μα στ’αλήθεια έχω αρχίσει να αμφιβάλω στα σοβαρά πια για το γάμο και τους αντίστοιχους θεσμούς. Μεγάλη κουβέντα. Κι όλα αυτά σε ένα παγκάκι με ήλιο και εφημερίδες. Δεν ξέρεις όμως, μπορεί κάποια στιγμή να ωριμάσω κι εγώ… και να πέσω… σα σάπιο πορτοκάλι!

Μετά πεινάσαμε! Άντε να βρεις να φας τώρα, σε μια πόλη που όλοι οι τουρίστες πηγαίνουν στην πρώτη ταβέρνα της παραλίας και τρώνε ό,τι να ναι. Το θέλαμε πιο ψαγμένο όσο και να πεις. Μετά από μια τυχαία περιπλάνηση, και εκεί που ψάχναμε ένα κουτούκι που μας έστειλαν, η Σ. για κάποιο ακαθόριστο λόγο ρωτάει έναν κύριο που είδε να κοιτά μια βιτρίνα μαζί με τον έφηβο γιο του. Τελικά μετά από κουβέντα καταλήξαμε να μας πάει εκείνος κάπου καλύτερα. Εγώ αυτά από τη μία τα φοβάμαι αλλά από την άλλη ξέρω ότι (μέχρι στιγμής τουλάχιστον) βγαίνουν σε καλό. Δεν μας πρόδωσε η τύχη λοιπόν και αυτή τη φορά. Φτάσαμε σε μια απομονωμένη παραλία, απίστευτης ηρεμίας και ομορφιάς. Η ταβέρνα εκεί μας περιποιήθηκε με πραγματικά φρέσκο ψάρι και ουζάκι. Και ενώ δεν αντέχαμε άλλο πια από την ομορφιά του τοπίου και του φαγητού, αφού μουδιάσαμε λιγάκι με το ούζο και αρχίσαμε να κακαρίζουμε σαν κότες που δεν ξέρουν ακόμη ότι τους έχει χτυπήσει ο υιός των πουλερικών, μας κέρασε και μια καρυδόπιτα με παγωτό και μας αποτελείωσε! Το παγωτό πρέπει να ήταν κάτι ανάμεσα σε μπισκότο, καραμέλα και κανέλα… δεν κατάλαβα…. Και η καρυδόπιτα απλώς τέλεια!

Αχ! Βαχ!

Και αποφασίσαμε λοιπόν ότι η καλύτερη ώρα της ημέρας είναι αυτή που η μέρα φεύγει και το J.W. έρχεται…. Μπαίναμε στο αυτοκίνητο εκείνη την ώρα για να επιστρέψουμε. Εκείνη τη γλυκιά ώρα είχαμε ανάγκη να ακούσουμε πολυαγαπημένα ρεμπέτικα μπλουζ, για να γλυκάνει (κι άλλο) η ψυχή μας. Δεν μας βγήκε τελικά αλλά το ονειρευτήκαμε…

Οι αλητίες προβλέπεται να συνεχίσουν και αύριο....

Πριν φύγουμε πάντως κατάφερα να πείσω τη Σ. και τη Μ. να ποζάρουν για το blog αυτό...


Έχω ήδη αρχίσε
ι να καταλαβαίνω ότι αυτό το blog θα μπορούσε να είναι απλώς καταχωρήσεις στίχων και τραγουδιών που μπορούν να με εκφράσουν μια χαρά μέρα με τη μέρα.

Έτσι λοιπόν ρωτώ… σε ποιον να πω αυτά που θα λεγα σε σένα; Και … να μείνεις εδώ!

Θα μπορούσα να σου στείλω ραβασάκι στην Athens ή στον Δίεση, αλλά αυτό ξέρω ότι θα το δεις…

Να ξέρεις λοιπόν ότι θέλω πολύ να σε πάρω τηλέφωνο, απλά για να σε ακούσω, ότι σε σκέφτομαι πολύ…. ότι μου λείπεις…

Ελπίζω να καταλαβαίνεις γιατί δεν το κάνω.

16.2.06

00:03 (Δίεση) : Χρόνια Πολλά!!!

Στίχοι: Διονύσης Καρατζάς
Μουσική: Γιώργος Ανδρέου
Ερμηνευτής: Γιώργος Ανδρέου

Ξεροί καημοί και νερό θαλασσινό
το σώμα σου κόλλησε στο σώμα μου
με τον πανσέληνο πόνο του χειμώνα.
Ακούς νερά που χύνονται στα μέσα των ποδιών σου;

Ανάμεσα στα όνειρα σπαράζει η ζωή μας,
ανάμεσα στα όστρακα παφλάζει η καρδιά μας.

Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.

Πάνω από την θάλασσα, στη μεριά του ανέμου
στα μαύρα ντύνεσαι κι ανοίγεις το σκοτάδι
σηκώνεις τα άστρα σε χορό
και το κορμί μου σ' άγριο ποτάμι.

Άγιος ο Έρωτας, άγιος καημός
δικός μου και ο Αύγουστος
με τις μεγάλες μνήμες.
λέω μάτια μου κι αστράφτει κεραυνός
θέλω θάλασσα κι ανοίγει ουρανός.

Την είδα εχτές...

...είχα πολύ καιρό να την δω. Περπατούσε μέσα στον κήπο με το γνωστό χιλιοτριμμένο τζιν της, μια μεγάλη τσάντα και ένα βιβλίο στο χέρι. Γυρνούσε μέσα στον ηλιόλουστο κήπο για πολύ ώρα άσκοπα. Ήλιος με δόντια. Δεν έφτανε με τίποτα μέσα της, ίσα ίσα που άγγιζε τα μαλλιά της, ή τα μάτια της. Ήθελε να εξαντληθεί, να περπατήσει τόσο όσο να μη σκέφτεται πια. Όπως παλιά, που περπατούσε με μανία, βιαστικά, λες και κυνηγούσε κάτι.

Κάθισε. Δίπλα του. Μα δεν την είδε. Όπως παλιά, όπως πάντα. Ο ήλιος έτσι κι αλλιώς είχε κιόλας χαθεί. Και είχε πάρει μαζί του κάθε τι όμορφο που ίσως είχε προλάβει να γεννήσει, κάθε ελπίδα της, κάθε μικρή πεταλούδα που προσπαθούσε να πετάξει.

Το βλέμμα της σκοτείνιασε. Σηκώθηκε βιαστικά. Άφησε στο παγκάκι το βιβλίο. Το ξέχασε. Όπως είχε ξεχάσει και τον εαυτό της.

Μην τη πυροβολείτε όμως. Μια εμμονή έχει, να βλέπει τους ανθρώπους βαθιά στα μάτια. Και να είναι εκεί.

Μακάρι να έφταιγαν οι φλούδες από το μανταρίνι… αλλά δεν ήταν αυτό.

Λιγώθηκα πια. Θέλω λίγο νερό.

14.2.06

περιμένω πως και πως

  • να έρθει το πρώτο ανοιξιάτικο βραδάκι που αποφασίζεις ότι δεν χρειάζεσαι μπουφάν για να βγεις έξω (ενα μακό και το τζιν σου ειναι ό,τι χρειάζεσαι)
  • να καλοκαιριάσει τόσο που το νυχτολούλουδο του γείτονα να μου παίρνει τη μύτη
  • να πάω μια βραδυνή βόλτα στην παραλία
  • να ξυπνάω για να πάω στη δουλειά το πρωί και να είναι μέρα
  • να μην τελειώνει η μέρα αυτή
  • να συμφιλιωθούν όλοι κάτω από τη ζέστη όπως κάθε καλοκαίρι
  • να αδειάσει και πάλι η Αθήνα και να είναι κούκλα μοναχική όπως κάθε χρόνο
  • να πάω το Σάββατο το βράδυ στο στέκι και να πιούμε και να γίνουμε λιώμα
  • να γελάμε όλοι χωρίς λόγο
  • και να μην πυροβολούμε
  • να αγαπάμε
  • να αγαπιόμαστε
  • να πάω μετά τη δουλειά στην παραλία και να λιώσω στον ήλιο με ένα βιβλίο
  • να μην έχω την έννοια μου στη δουλειά ή το μεταπτυχιακό
  • να μην τη χαρίζω σε όλους....
μα όλα αυτά αργούν πολύ στ' αλήθεια!Όχι για κανέναν άλλο λόγο, παραμόνο γιατί γυρνάω στα σκοτεινά μονοπάτια του χειμώνα μου.
Προς το παρόν βολεύομαι λοιπόν με:
  • μια ζεστή κούπα καφέ (κατά προτίμηση με γεύση καραμέλα)
  • ένα βλέμμα στην Ακρόπολη το πρωί πριν μπω στο γραφείο
  • το αναμένο τζάκι
  • και ατελείωτα τηλεφωνήματα
Συχνά αναρωτιώμουν πώς θα ήταν η ζωή μου αν ήμουν ένας άνθρωπος normal. Αν είχα μια απλή ζωή. Αν για παράδειγμα δούλευα σε μια μιρκή καφετέρεια ή ένα μπαράκι και σέρβιρα τους θαμώνες. Θα γυρνούσα άραγε στο σπίτι και θα ήμουν ήρεμη και χαλαρή να απολαύσω πράγματα που μου αρέσουν; Θα άδειαζε το κεφάλι μου από τις ατέλειωτες πληροφορίες που το γεμίζω κάθε μέρα; Θα είχε να κάνει με τόσα ερωτηματικά; Θα ένιωθα πλήρης;Ή θα βαριόμουν; Μα τα normal πράγματα συμβαίνουν στους normal αθνρώπους.
Θυμάμαι την πυραμίδα του Maslow και αναρωτιέμαι ποιος είναι αυτός ο άτιμος που μας σφήνωσε την ιδέα της αυτοπραγμάτωσης μέσα στο κεφάλι μας; Η ακόμη καλύτερα ποιος άτιμος σφήνωσε στο κεφάλι του καθένα μας τι είναι για αυτόν η αυτοπραγμάτωση. Γιατί άλλοι να την νιώθουν όταν βγάζουν λεφτά και άλλοι όταν κάνουν παιδιά;Κάθε φάση της ζωής θα έχει και τη δική της.... Μα η δική μου ποια είναι;
Τα όνειρά μου.... άδεια.
Δεν τολμώ να πω τι είναι αυτοπραγμάτωση για μένα... δεν το χω και φοβάμαι να το δω.
Τα φώτα που σβήνουν στη δίεση, ευτυχώς μου πετούν το πρώτο σωσίβιο της νύχτας.
Ψέματα, το πρώτο μου το πέταξαν κάτι μικρές νιφάδες που με αγκάλιασαν μόλις βγήκα σαν τυφλοπόντικας από το φωτεινό λαγούμι του μετρό. Το φεγγάρι ολοφώτεινο κρυμένο πίσω από τα σύννεφα. Κάτι ήθελε να μου κρύψει.
Τα φώτα που σβήνουν όταν 'ρθει το πρωί... πόσο μόνο μ' αφήνουν, μ' αφήνεις κι εσύ...
για όσα θες να φωνάξεις και σε πνίγει η σιωπή....
γυρνώ μες στους δρόμους με τα μάτια κλειστά
όλα έχουν τελειώσει, έχει πια ξημερώσει,
κάποιοι παν για δουλειά...

Αυτό μου λείπει, να σβήνουν τα φώτα και αντί να πηγαίνω, να γυρνάω.
Κρατάω λοιπόν το χαμόγελο και περιμένω πως και πως...
...

12.2.06

BitterSweet Starbrook

Σάββατο βράδυ στο 608 το ραδιόφωνο έπαιζε:

Η μέρα τρέμει στη γη που μένω

Χίλια σύννεφα κλαίνε

Δεν είσαι εδώ

Τον άδειο κόσμο

Κοιτάζω έξω

Όσο πίσω κι αν τρέξω

Δε θα σε βρω

Κάποτε ήσουν πληγωμένη

Βιαστικό πουλί του Νότου

Δε μπορούσες να πετάξεις

Δε μπορούσες να ξεχάσεις

Σ` ένα άδειο σπίτι

Σαν παραμύθι

Έχτισες στην καρδιά μου

Ζεστή φωλιά

Μα τώρα ξέρω τα παραμύθια

Τα νικάει η συνήθεια, η λησμονιά

Κάποτε ήσουν πληγωμένη

Βιαστικό πουλί του Νότου

Δε μπορούσες να πετάξεις

Δε μπορούσες να ξεχάσεις

Η μέρα τρέμει στη γη που μένω

Όλα μοιάζουν να λένε

Δεν είσαι εδώ

Καπνός και σκόνη

Δεν ανασαίνω

να το τέλος γραμμένο πια τι ζητώ

Κάποτε ήσουν πληγωμέμη

Βιαστικό πουλι του νότου

Δεν μπορούσες να πετάξεις

Δεν μπορούσες να ξεχάσεις!

και μετά από λίγο στο αυτοκίνητο έπαιζε:

Καμιά φορά τα μάτια κλείνω τον κόσμο αφήνω δεν με αφορά

Χαμογελάς στα όνειρά μου εσύ χαρά μου δίνεις φτερά

Φτιάχνω τον κόσμο απ' την αρχή

Του δίνω σώμα και ψυχή και φαντασία και φαντασία

Φτιάχνω τον κόσμο απ' την αρχή

Χωρίς οργή και ενοχή μόνο αγάπη μικρή μου αγάπη

Καμιά φορά μια λέξη φτάνει αυτή που κάνει τη διαφορά

Μη λες πολλά καταλαβαίνω μαζί σου βγαίνω πρώτη φορά

Φτιάχνω τον κόσμο απ' την αρχή...


και μετά αποφάσισα ότι το Sweet November δεν είναι και τόσο κακή ταινία, γιατί καμιά φορά χρειάζεται λίγο παραμύθι η ζωή.

Για να μας βοηθήσει να θυμόμαστε και να ελπίζουμε.
Για να γελάει το χειλάκι μας μέχρι μέσα, στο βάθος του είναι και να μπορούμε να φτιάχνουμε τον κόσμο από την αρχή.
Όνειρο ήτανε... και ήτανε γλυκό, σαν μια bittersweet starbrook. :)

10.2.06

Το χαμόγελο της Τζοκόντα


Μια απίστευτα γλυκιά μελαγχολική διάθεση,
όπως η απίστευτη γλύκα που σου αφήνει στο στόμα η τελευταία μπουκιά του πιο γλυκού γαλακτομπούρεκου, που δεν ξέρεις τι να την κάνεις (να πιεις νερό για να γλιτώσεις ή να την αφήνεις να σε βασανίζει όσο αντέχει;)
όπως το ηλιοβασίλεμα της Κυριακής
όπως το Χαμόγελο της Τζοκόντα...

8.2.06

According to Vasso Vassiliou...

One must not discuss what the cake is all about and how to make it.... he/she should just make the cake!...

6.2.06

Για να πάρεις μια απόφαση,

Μπορεί να χρειαστεί να σκεφτείς πολλά,
Ή και τίποτα,
Αν έχεις ήδη αποφασίσει,
Πριν το σκεφτείς,
Πριν καν σε ρωτήσουν.

Δεν φτάνει αυτό καμιά φορά.

Οι second thoughts φίλοι σου λένε πως δεν προσέχεις,
Γιατί μπαίνεις στη διαδικασία;
Μπαίνεις στη διαδικασία;
Μέχρι που;
Γιατί δεν μπαίνεις στη διαδικασία;

Τι αφήνεις πίσω;
Μα το αφήνεις τελικά;

That’s what love is all about,
You never know or understand anything.
Do you?

2.2.06

chain mail (2)

>Να μια είδηση από αυτές που δεν «παίζουν» στα κανάλια.
>.
>Με πρωτοβουλία του Δήμου Αθηναίων δημιουργήθηκαν ειδικές ομάδες ατόμων
>που
>περιπολούσαν τον Δήμο κατά τη διάρκεια των τριών πιο κρύων νυχτών την
>προηγούμενη εβδομάδα, έτσι ώστε να μην πεθάνει κανείς άστεγος από το κρύο,
>προσφέροντας φαγητό, κουβέρτες και οτιδήποτε άλλο χρειαζόταν.
>.
>Που είναι το παράξενο;
>.
>Οι ομάδες αυτές αποτελούνταν από 56 Αθηναίους εθελοντές.
>Εμένα λοιπόν, μου φαίνεται πολύ παράξενο πως υπάρχει άνθρωπος στην εποχή
>μας που αφήνει τη ζέστη του σπιτιού του και περνάει τις πιο κρύες νύχτες
>του χειμώνα στο δρόμο. Και μάλιστα βοηθώντας όχι τον εαυτό του αλλά
>κάποιους αγνώστους.
>Χωρίς κανένα υλικό όφελος. Χωρίς καν να το γνωρίζει κανείς άλλος εκτός από
>ελάχιστα άτομα. Χωρίς κάμερες. Χωρίς τιμητικές διακρίσεις.
>56 Αθηναίοι για μένα είναι πολλοί.
>.
>Ο Παλαμάς σ’ ένα ποίημα του γράφει:
>"Χειμώνας άγριος. Και η φωτιά καλοκαιριά στην καμαρά μου.
>Ντρέπομαι για τη ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου"